Πολύ ανησυχητικό χαρακτήρισε το φαινόμενο του κλεισίματος δεκάδων καταστημάτων ένδυσης, υπόδησης και άλλων ειδών λιανικού εμπορίου (εκτός τροφίμων) στη Λάρνακα, ο εκπρόσωπος της ΠΟΒΕΚ Κυριάκος Αμπίζας.
Κληθείς να σχολιάσει τον μεγάλο αριθμό καταστημάτων που ενοικιάζονται ή πωλούνται μετά που κενώθηκαν από τους διαχειριστές τους, ο κ. Αμπίζας επισήμανε ότι αυτή η εικόνα αποτελεί και την απόδειξη της τραγικής κατάστασης στην οποίαν περιήλθε ο κλάδος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων τα τελευταία χρόνια και η οποία επιδεινώθηκε δραματικά από τον Μάρτιο και μετά, ένεκα της πανδημίας του κορωνοϊού. «Δεν υπάρχουν επί του παρόντος ακριβείς μετρήσεις, αλλά μιλούμε για έναν αριθμό που ίσως να φτάνει ή και να ξεπερνά τις εκατό μικρομεσαίες επιχειρήσεις οι οποίες έκλεισαν στη Λάρνακα τους τελευταίους μήνες και ειδικά μετά τον Μάρτιο. Καθημερινά, ως εκπρόσωποι της ΠΟΒΕΚ, γινόμαστε μάρτυρες του δράματος που βιώνουν καταστηματάρχες οι οποίοι δεν μπορούν να υπερβούν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και κλείνουν. Ιδιοκτήτες καταστημάτων, όχι μόνο το ενοίκιο δεν μπορούν να πληρώσουν, αλλά ούτε και αυτό το ρεύμα που καταναλώνουν τα υποστατικά τους. Εάν συνεχιστεί το φαινόμενο, πολύ φοβάμαι ότι είναι πολύ περισσότερα καταστήματα που θα κλείσουν ή θα αλλάξουν χέρια στη συνέχεια», τόνισε ακόμη ο κ. Αμπίζας. Πρόσθεσε επίσης ότι εάν περάσει η νομοθεσία που εκκρεμεί και η οποία θα διευκολύνει τους ιδιοκτήτες υποστατικών να εκδιώχνουν ενοικιαστές που χρωστούν ενοίκια, αυτό θα επιδεινώσει ακόμα περισσότερο την κατάσταση. «Τουλάχιστον όσο διαρκούν οι επιπτώσεις από την πανδημία δεν έπρεπε να βρίσκεται στο προσκήνιο τέτοιο ζήτημα», υποστήριξε ο εκπρόσωπος της ΠΟΒΕΚ, υπενθυμίζοντας ότι η οργάνωση ζητεί παράταση επί του συγκεκριμένου θέματος και κατανόηση από τους ιδιοκτήτες υποστατικών.
Ο κ. Αμπίζας στη συνέχεια των δηλώσεών του έθεσε το ζήτημα των προβλημάτων των μικρομεσαίων καταστημάτων, επισημαίνοντας ότι αυτά χρονολογούνται πολύ πριν από την πανδημία του κορωνοϊού, η οποία συνέτεινε ώστε να επιδεινωθούν ραγδαία. Όπως είπε, πριν από το 2000, διάφορες έρευνες καταδείκνυαν ότι στην Κύπρο υπήρχαν μικρομεσαία καταστήματα και επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου που αναλογούσαν σε εκατομμύρια πελάτες και όχι 800 – 900 χιλιάδες που ήταν οι Κύπριοι. Στη συνέχεια, ανέφερε, προστέθηκαν στην αγορά και αρκετές υπεραγορές, οι οποίες συνέτειναν με τη σειρά τους στην επιδείνωση της προβληματικής κατάστασης για τον κλάδο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. «Δυστυχώς όμως», συνέχισε ο κ. Αμπίζας, «ούτε και πάλιν υπήρξε κάποιος προβληματισμός για το πού οδηγείται η μικρομεσαία επιχείρηση/ κατάστημα στην Κύπρο, η οποία αποτελεί πλέον αναντίλεκτο γεγονός ότι εξαφανίζεται». Η πρόσθεση των malls, επεσήμανε, και οι σκέψεις που γίνονται για δημιουργία εμπορικού χωριού κ.λπ. θα επισπεύσουν τη φθίνουσα από πολλά έτη πορεία των καταστημάτων και λοιπών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, εξαφανίζοντάς τα από τη ραχοκοκαλιά της κυπριακής οικονομίας, της οποίας κατά τα προηγούμενα χρόνια αποτελούσαν σημαντικό κομμάτι. Κάθε κατάστημα που χρεοκοπεί αφήνει πίσω του κατεστραμμένους οικονομικά ιδιοκτήτες, άνεργους υπαλλήλους και ζημιά στην οικονομία σε τελευταία ανάλυση, είπε ακόμη ο κ. Αμπίζας.
Κανένα ενδιαφέρον για εμπορικές οδούς
Ο εκπρόσωπος της ΠΟΒΕΚ, Κυριάκος Αμπίζας, εξέφρασε ανησυχία για τις διαστάσεις που προσέλαβε τελευταία στη Λάρνακα το φαινόμενο των καταστημάτων που κλείνουν ή ενοικιάζονται ή χρεοκοπούν και αναλαμβάνει κάποια τράπεζα να τα πωλήσει ως υποστατικά. Στις εμπορικές οδούς Ερμού και Ζήνωνος, που παλιά γινόταν «πόλεμος» για να ενοικιάσει κάποιος ένα υποστατικό, σήμερα υπάρχουν προς ενοικίαση και δεν υπάρχει ενδιαφέρον. Όπως επίσης υπάρχουν άδεια υποστατικά, κατάλληλα για καταστήματα και άλλες μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο κέντρο της Λάρνακας, επεσήμανε ο κ. Αμπίζας.
Είπε επίσης ότι ανάλογη εικόνα επικρατεί και σε άλλους εμπορικούς δρόμους στη Λάρνακα, όπως οι λεωφόροι Σπύρου Κυπριανού, Μακαρίου, Γρηγόρη Αυξεντίου και Φανερωμένης, καθώς και η οδός Καλογερά.
Καταλήγοντας ο κ. Αμπίζας, είπε ακόμη πως πολύ χειρότερη αυτή την περίοδο, είναι η κατάσταση με τα καταστήματα και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην ελεύθερη Αμμόχωστο, κυρίως στην Αγία Νάπα και τον Πρωταρά. Η απουσία των τουριστών σε συνδυασμό με τα πολύ ψηλά ενοίκια σε αυτές τις δύο περιοχές ειδικά, τόνισε, οδηγεί τον κλάδο με μαθηματική ακρίβεια σε αποδεκατισμό, καθώς πολλές επιχειρήσεις οδηγούνται σε κλείσιμο, ενώ οι ιδιοκτήτες τους μάταια προσπάθησαν να τις κρατήσουν ξοδεύοντας τις οικονομίες τους.
Δύσκολος χειμώνας έρχεται στην Αγία Νάπα
Οι δόσεις των δανείων που είναι κομμένες πίσω, οι φορολογίες που έρχονται καθώς πλησιάζουμε στο τέλος του έτους και ο πολύ δύσκολος χειμώνας που έπεται. Καθώς πολλές επιχειρήσεις δεν άνοιξαν και οι πλείστες από όσες άνοιξαν, δεν είχαν ικανοποιητικό τζίρο. Στην Αγία Νάπα υπολογίζεται ότι μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου οι επιχειρήσεις που θα παραμείνουν ανοικτές για το χειμώνα θα είναι μετρημένες. Αφού, ακόμα και περίπτερα που παραδοσιακά έμεναν ανοικτά, σκέφτονται να κλείσουν. Και οι επιχειρηματίες του τουρισμού με δέος ακούνε ότι πολύ πιθανόν και το 2021 να μην κινηθεί ικανοποιητικά στον τουριστικό τομέα. Η Πετρούλα στο περίπτερο στα φώτα του Νήσσι, που την πιάνει απελπισία καθώς τις τελευταίες μέρες κάποιες φορές περνούν ώρες να μπει μέσα πελάτης. Ο Νικηφόρος στο βενζινάδικο που είναι λυπημένος γιατί φέτος το καλοκαίρι επειδή δεν υπήρχε κίνηση, αναγκάστηκε να σταματήσει έξι υπαλλήλους. Και το χειμώνα θα είναι ακόμα χειρότερα. Είναι και άνθρωποι σαν την κυρία Μαρία στο κατάστημα των σουβενίρ κοντά στο Λιμανάκι, που την πιάνει πανικός στη σκέψη μην την πάρουν τηλέφωνο από την τράπεζα, για τις δόσεις.
«Αυτός ο χειμώνας ίσως πιο πολύ για την Αμμόχωστο θα είναι δύσκολος. Φταίει και το ότι βάλαμε τα προηγούμενα χρόνια όλα σχεδόν τα αβγά μας στο καλάθι του τουρισμού», αναφέρει στον «Φ» ο ιδιοκτήτης πρατηρίου καυσίμων Νικηφόρος Νικηφόρου. Και προσθέτει πως «όπως φαίνεται, ίσως και τα επόμενα χρόνια θα είναι δύσκολα». Για να συνεχίσει πως «το καλοκαίρι, από τον Ιούνιο και μετά, καταγράψαμε πέραν του 50% μείωση στη ζήτηση καυσίμων σε σχέση με πέρσι. Από τον Οκτώβριο διαρκώς η ζήτηση μειώνεται. Θα φτάσουμε στο 90% πιστεύω ώς τα Χριστούγεννα σε σχέση με πέρσι. Χωρίς χειμερινό τουρισμό και με τόσο κόσμο στην επαρχία να μην εργάζεται και να ζει με επιδόματα».
«Το καλοκαίρι που πέρασε η κατάσταση στις επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου σε Αγία Νάπα και Πρωταρά, ήταν δύσκολη. Από τον Οκτώβριο και μετά όμως, έγινε χάλια η κατάσταση. Έγινε η ζωή μας ένας διαρκής αγώνας επιβίωσης. Το ρεύμα, τα ενοίκια, οι φόροι. Άμα δεν βάζεις στην κάσα της ταμειακής μηχανής πώς θα πληρωθούν. Δεν κλείναμε το χειμώνα, αλλά φέτος θα δείξει. Έχει μέρες που κάνω ώρες να εξυπηρετήσω πελάτη. Δεν βγαίνει το μεροκάματο. Σε ποσοστό μείωσης του τζίρου κατά 90% το περίπτερο. Τι θα απογίνουμε;», δηλώνει προβληματισμένη η Πετρούλα.
Για τη Μαρία, ιδιοκτήτρια καταστήματος σουβενίρ κοντά στο Λιμανάκι της Αγίας Νάπας, δεν υπήρξε χειρότερη χρονιά από τότε που άνοιξε. Η μείωση του τζίρου ίσως και να ξεπέρασε το 90% δηλώνει και εκφράζει την αγωνία της για τις πληροφορίες ότι ίσως και το 2021 να είναι μια πολύ δύσκολη χρονιά. «Δεν είναι απλώς δύσκολη η κατάστασή μας στην Αγία Νάπα. Είναι τραγική. Είναι παντελώς ασύμφορη να προσπαθήσει, έστω με νύχια και με δόντια, μια επιχείρηση να παραμείνει ανοικτή», δηλώνει επίσης στον «Φ» η Μαρία.