Eλκυστικός επενδυτικός προορισμός παραμένει η Κύπρος, παρά την πανδημία του κορωνοϊού και άλλα προβλήματα που εντοπίζονται, σύμφωνα με έρευνα του ελεγκτικού οίκου EY (Ernst & Young), η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες. Οι επενδυτές που ρωτήθηκαν είναι αισιόδοξοι για τα επόμενα χρόνια, ωστόσο δηλώνουν ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης.
Η πρώτη έρευνα του EY, με θέμα «Attractiveness Survey Cyprus 2020», είχε ως στόχο να μετρήσει την ελκυστικότητα της χώρας ως επενδυτικού προορισμού. Επίσης, η έρευνα είχε ως στόχο να καταγράψει πώς οι επενδυτές αντιλαμβάνονται τα συγκριτικά πλεονεκτήματα αλλά και τις αδυναμίες της Κύπρου ως επενδυτικού προορισμού και τι μπορεί να κάνει η κυβέρνηση για να επηρεάσει τις αποφάσεις τους.
Οι επενδυτές που συμμετείχαν παραμένουν αισιόδοξοι για το μέλλον, με το 56% των ερωτηθέντων να αναμένουν ότι θα βελτιωθεί η επενδυτική ελκυστικότητα της Κύπρου τα επόμενα τρία χρόνια. Αυτό συγκρίνεται ευνοϊκά με τα αποτελέσματα για τη συνολική ευρωπαϊκή αγορά, όπου το θετικό κλίμα είναι 39%.
Η έρευνα έγινε πριν τις τελευταίες εξελίξεις σε σχέση με το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα. Σχεδόν ένας στους τέσσερις επενδυτές αναφέρουν ότι σχεδιάζουν να επενδύσουν ή να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους στην Κύπρο τα επόμενα τρία χρόνια και το ποσοστό στην περίπτωση των εδραιωμένων παικτών διπλασιάζεται στο 54%.
Τομείς για επενδύσεις
Σχεδόν ένας στους τέσσερις επενδυτές αναφέρουν ότι σχεδιάζουν να επενδύσουν ή να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους στην Κύπρο τα επόμενα τρία χρόνια και το ποσοστό στην περίπτωση των εδραιωμένων παικτών διπλασιάζεται στο 54%. Σε ερώτηση σχετικά με το είδος της επένδυσης που σχεδιάζουν, το 28% ανέφερε τις αλυσίδες εφοδιασμού και τα logistics, το 24% τα γραφεία πωλήσεων και μάρκετινγκ και το 18% τα κεντρικά γραφεία επιχειρήσεων. Όσον αφορά τις απόψεις τους για τους επιχειρηματικούς τομείς που θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη της Κύπρου τα επόμενα χρόνια, οι ερωτηθέντες ανέφεραν τον τουρισμό (48%), ακολούθησαν οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και οι επαγγελματικές υπηρεσίες, με 21% η κάθε μια, ακολουθούμενες από τα ακίνητα και τις κατασκευές (18%).
Ισχυρά και αδύνατα σημεία
Η έρευνα ελκυστικότητας για την Ευρώπη δείχνει ότι οι αποφάσεις για επενδύσεις τα επόμενα χρόνια θα καθοδηγούνται από τάσεις που τέθηκαν σε κίνηση από την πανδημία. Αυτό, όπως αναφέρει η έρευνα του ελεγκτικού οίκου ΕΥ, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ευκαιρίες για την Κύπρο, υπό τον όρο ότι αποκρυπτογραφούμε τους επενδυτές με τα σωστά μηνύματα και βασιζόμαστε στα δυνατά μας σημεία. Στην έρευνα αναφέρεται ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Υπηρεσίες που ανατίθενται σε αναπτυσσόμενες χώρες έχουν διαταραχθεί σοβαρά από την πανδημία, καθώς οι υπάλληλοι έπρεπε να εγκαταλείψουν τα γραφεία και να μπουν σε καραντίνα, κάτι που έγινε πολύ απότομα. Αυτό μπορεί να προσφέρει μια ευκαιρία στην Κύπρο να παρέχει εξωτερική ανάθεση υπηρεσιών, όπως τηλεφωνικά κέντρα ή κέντρα πληροφορικής / δεδομένων, αξιοποιώντας την ικανότητα της χώρας στα αγγλικά. Στην έρευνα σημειώνεται η ανάγκη διαφοροποίησης της οικονομίας της χώρας και το άνοιγμα σε νέους τομείς, όπως η ψηφιακή τεχνολογία. Για να γίνει αυτό, η Κύπρος πρέπει να ενισχύσει τον τομέα της έρευνας και καινοτομίας αλλά και να υποστηρίξει τις νεοσύστατες επιχειρήσεις με φορολογικά και άλλα κίνητρα. Να επικεντρωθεί στη βιώσιμη ανάπτυξη και να εκμεταλλευθεί τους σημαντικούς πόρους που θα διατεθούν για τέτοιες επενδύσεις μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης. Στην έρευνα σημειώνεται επίσης ότι χωρίς αμφιβολία πρέπει να γίνουν βήματα για τον περιορισμό της γραφειοκρατίας, ψηφιοποίηση των κυβερνητικών διαδικασιών και επιτάχυνση των διαδικασιών που αφορούν το δικαστικό σύστημα.
Τι απάντησαν
Όταν ρωτήθηκαν πού θα πρέπει να επικεντρώσει τις προσπάθειές της η Κύπρος για να διατηρήσει την ανταγωνιστική της θέση στην παγκόσμια αγορά, σχεδόν οι μισοί από τους συμμετέχοντες εντόπισαν την ανάγκη για περαιτέρω υποστήριξη της υψηλής τεχνολογίας και της καινοτομίας (το 49% των ερωτηθέντων). Η επένδυση σε μεγάλα έργα υποδομής και αστικά έργα προέκυψε ως δεύτερη βασική προτεραιότητα (34%), ενώ η υποστήριξη προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις κατέλαβε την τρίτη θέση (22%). Το εκπαιδευτικό υπόβαθρο, οι δεξιότητες και οι εμπειρίες του τοπικού ανθρώπινου κεφαλαίου αποτελούν επίσης βασικά ζητήματα στις επενδυτικές αποφάσεις. Η έρευνα κατέγραψε σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ της αντίληψης των επενδυτών που είναι εδραιωμένοι στην Κύπρο και εκείνων που δεν έχουν παρουσία. Οι πρώτοι τοποθετούνται συστηματικά πιο θετικά στα ερωτήματα της έρευνας.
Τράπεζες
Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων (66%) απάντησε ότι ο τοπικός τραπεζικός τομέας αποτελεί σημαντική παράμετρο στην απόφασή τους για ξένες επενδύσεις και σχεδόν οι μισοί απ’ αυτούς αναφέρθηκαν επίσης στην παρουσία μιας ισχυρής και ενεργής τοπικής χρηματιστηριακής αγοράς. Η έρευνα σημειώνει ότι το τοπικό τραπεζικό σύστημα πρέπει να έχει μια λεπτή ισορροπία μεταξύ εξασφάλισης συμμόρφωσης και διαφάνειας για να καθησυχάσει τους επενδυτές και να αποφύγει την υπερβολική ρύθμιση, η οποία μπορεί να δημιουργήσει εμπόδια σε όσους θέλουν να επιχειρήσουν.
Το προφίλ της έρευνας
Η έρευνα του ελεγκτικού οίκου EY για την Κύπρο διεξήχθη από το Ινστιτούτο CSA, μεταξύ 5 Ιουνίου και 26 Ιουνίου, μέσω τηλεφωνικών συνεντεύξεων με 100 υπεύθυνους στη λήψη αποφάσεων από ξένες εταιρείες σε 16 χώρες. Τριάντα έξι συμμετέχοντες έδωσαν συνέντευξη στην Κύπρο και 64 εκτός Κύπρου.
Λιγότερη εξάρτηση απότουρισμό και ακίνητα
Στην έρευνα του ελεγκτικού οίκου ΕΥ (Ernst & Young) υπάρχει μια σειρά προτάσεων για περαιτέρω βελτίωση της ελκυστικότητας της χώρας, καθώς το ζητούμενο είναι τι πρέπει να κάνει η Κύπρος για να πάει σ’ ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης. Αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
– Μια επιθετική και κατάλληλα στοχευμένη ενημερωτική εκστρατεία, για την ευαισθητοποίηση της επενδυτικής κοινότητας σχετικά με τις συνθήκες και τις επενδυτικές ευκαιρίες στην Κύπρο. Πρέπει η χώρα να προβάλει τα παραδείγματα επιτυχίας και να ξεκαθαρίσει τις παρανοήσεις ή τις προκαταλήψεις για την Κύπρο.
– Η Κύπρος εξαρτάται παραδοσιακά, σε μεγάλο βαθμό, σε μικρό αριθμό τομέων. Πρέπει να επανεξετάσει τη στρατηγική της και να διαφοροποιήσει το οικονομικό της μοντέλο, ενθαρρύνοντας το άνοιγμα των επενδύσεων σε νέους τομείς, με στόχο τη μείωση της εξάρτησης από τον τουρισμό, τον τομέα των ακινήτων και τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
– Η Κύπρος υστερεί στην υιοθέτηση ψηφιακών τεχνολογιών. Δημιουργία ενός καλά οργανωμένου οικοσυστήματος έρευνας και καινοτομίας και εκμετάλλευση των ευκαιριών που προσφέρει η ψηφιακή τεχνολογία.
– Περαιτέρω επενδύσεις σε υποδομές, συμπεριλαμβανομένων των λιμένων, αεροδρομίων και τηλεπικοινωνιών. Αυτό, σε συνδυασμό με τη στρατηγική θέση της Κύπρου στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, μπορεί να υποστηρίξει τη χώρα με την ιδιότητα του περιφερειακού κόμβου.
– Μεγαλύτερη εστίαση στη βιώσιμη ανάπτυξη και την κυκλική οικονομία. Η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και ένα καλά σχεδιασμένο πράσινο σύστημα φορολογίας στον τομέα της ενέργειας μπορεί να βοηθήσει στη μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία.
– Επαγγελματικός προσανατολισμός, επανακατάρτιση και προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης για την αντιμετώπιση της έλλειψης συγκεκριμένων τεχνικών δεξιοτήτων.
– Βελτίωση του οικοσυστήματος ΜμΕ και υποστήριξη προς τις νεοφυείς επιχειρήσεις. Οι νεοσύστατες επιχειρήσεις πρέπει να είναι ψηλά στην ημερήσια διάταξη.
– Βήματα για τη μείωση της γραφειοκρατίας και την εξάλειψη των καθυστερήσεων στις νομικές διαδικασίες, ιδίως μέσω της ψηφιοποίησης των κυβερνητικών διαδικασιών και της πλατφόρμας e-justice.
– Ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος και αυξημένη ρευστότητα μέσω ενός ενεργού χρηματιστηρίου. Αυτό μπορεί να διευκολύνει τη χρηματοδότηση δραστηριοτήτων των άμεσων ξένων επενδύσεων.